Στο άπειρο και ακόμα παραπέρα

Ένας χρόνος πανδημίας

Πριν ένα χρόνο ούτε θα φανταζόμουν τι έχουμε περάσει… Όλα γύρω μας είναι μια τρέλα. Δεν υπάρχει λογική, δεν ξέρεις τι θα σου ξημερώσει.

Μπήκαμε στο δεύτερο λοκντάουν το Νοέμβρη και από τότε δεν έχουμε βγει. Ψιλοάνοιξαν κάτι μαγαζιά κλπ για τις γιορτές, χωρίς την εστίαση όμως, και ξαναέκλεισαν όταν φάνηκαν τα αποτελέσματα του καταναλωτικού ξεσπάσματος, με το τρίτο κύμα να είναι το χειρότερο μέχρι στιγμής.

Κάθε εβδομάδα ισχύουν άλλοι κανόνες, σε κάθε περιοχή ισχύουν άλλοι κανόνες, και προφανώς ανάλογα το ποιος είσαι ισχύουν άλλοι κανόνες… σήμερα επιτρέπεται αυτό, αύριο όχι, κανείς δεν είναι απόλυτα σίγουρος τι γίνεται. Έχουμε όλοι κουραστεί και βρισκόμαστε σε τρελά επίπεδα άγχους και πίεσης.

Πάρα πολλά συμβάλλουν σε αυτό. Πρώτο και κύριο οι ειδήσεις. Κάθε μέρα βομβαρδίζεσαι με το πόσοι διασωληνωμένοι υπάρχουν, πόσοι νεκροί, πόσα κρούσματα, το ΕΣΥ βρίσκεται σε ασφυκτική κατάσταση (περιέργως είτε με 200 διασωληνωμένους είτε με 700 πάντα ασφυκτική είναι…). Μετά είναι η αβεβαιότητα των ειδήσεων: σήμερα έχουμε εμβόλια – αύριο δεν έχουμε αρκετές δόσεις, σήμερα είναι οκ αυτό το εμβόλιο – αύριο έχουμε αμφιβολίες, σήμερα μπορείς να περπατήσεις στο βουνό – αύριο δεν επιτρέπεται. Ακούγονται ένα σωρό αντικρουόμενες γνώμες: τα κρούσματα χειροτερεύουν γιατί μένουμε μέσα, πρέπει να ανοίξουν όλα, τα κρούσματα χειροτερεύουν γιατί μπορούμε να μείνουμε έξω μέχρι τις 9 το βράδυ, πρέπει να κλειστούμε από τις 6, τα κρούσματα χειροτερεύουν γιατί τα σχολεία είναι ανοιχτά, τα κρούσματα χειροτερεύουν γιατί τα σχολεία είναι κλειστά… Τη μια φορά μπαίνουμε σε λοκντάουν όταν τα κρούσματα ξεπέρασαν τα 500, τώρα θα ανοίξουν τα καταστήματα όταν φτάσαμε τα 3500. Ακούγονται επίσης ένα σωρό πλάνα για το τι θα επακολουθήσει, τι θα επιτραπεί και τι θα απαγορευτεί που σε τρελλαίνει.

Δεν υπάρχει και τρόπος αποσυμπίεσης. Έχεις κουραστεί, έχεις αγχωθεί, έχεις βαρύνει και όλα αυτά απλώς κάνουν pile up μέσα σου. Δε μπορείς να πεις άντε πάμε για ένα κρασάκι στην ταβέρνα βρε παιδί μου να ξεχαστούμε ή να βρεθείς με δυο φίλους να τα πείτε, να γελάσετε να περάσει. Θέλεις να κάνεις τα απλά πράγματα και παλεύεις να βρεις τον τρόπο που να μπορείς να τα κάνεις νόμιμα. Και το χειρότερο είναι πως παλεύεις με το παράλογο.

Εννοείται δε φταίει μόνο η κυβέρνηση (η όποια κυβέρνηση). Φταίει και ο κόσμος. Ξέρεις πως στην Αθήνα γίνεται ο χαμός, πως είναι στο “βαθύ κόκκινο” και έχει χιλιάδες κρούσματα. Και αποφασίζεις πως δεν έχει σημασία, εσύ θες να κάνεις τριήμερο στο χωριό, οπότε παίρνεις χαρτί γιατρού και πας (γιατί μένεις στην Αθήνα αλλά προφανώς το παιδί σου το βλέπει ο παιδίατρος στη Μανωλάδα ή το σκυλί σου το παρακολουθεί κτηνίατρος στην Τήνο…). Δε σκέφτεσαι τι μπορεί να κουβαλάς χωρίς να το ξέρεις και τι συνέπειες θα έχει στο μέρος που πας αυτή σου η κίνηση. Έτσι μέρη που δεν έχουν πρόβλημα, το αποκτούν. Κυκλοφορείς έξω και τα 2/3 του κόσμου φοράνε τη μάσκα τους στο σαγόνι, στο αυτί ή έτσι ώστε να καλύπτει μόνο το στόμα (αν φοράνε δηλαδή…). Μετά από τόσους θανάτους (όλοι πλέον ξέρουν κάποιον που να έχει αρρωστήσει / πεθάνει), ακούς ακόμα “δηλαδή τα πιστεύεις εσύ αυτά;”. Εννοείται πως μας ψεκάζουν, το έκανε ο Τραμπ, το έκαναν οι Κινέζοι, το έκαναν οι Αμερικάνοι, είναι για να μας υποτάξουν, να μας κάνουν ρομπότ, να μας καταλάβουν οι εξωγήινοι και δεν ξέρω τι άλλο.

Πραγματικά δεν ξέρω πώς θα είναι οι επόμενοι μήνες. Θέλω να είμαι αισιόδοξη, με όλη την καρδιά μου θέλω, αλλά πλέον δυσκολεύομαι. Έχω ζοριστεί ψυχολογικά και βλέπω πως αυτό συμβαίνει σε όλους γύρω μου. Θέλω να πάω ένα ταξίδι, θέλω να δω τους γονείς μου, θέλω να δω την αδερφή και τα ανήψια μου. Θέλω να δω τους φίλους μου και να φάω έξω. Και θέλω να τα κάνω όλα αυτά χωρίς φόβο.

Ευτυχώς έχουμε το εργαστήριο και μπορώ να περάσω μερικές ώρες μέσα εκεί ξεχνόντας τι γίνεται στον έξω κόσμο.

3 thoughts on “Ένας χρόνος πανδημίας

  1. Σοφια

    Κι εγώ έχω κουραστεί πολύ, έχω αγχωθεί, δεν βρίσκω πια πράγματα να με ευχαριστούν και να με κάνουν να νιώσω αισιοδοξία, ούτε καν η άνοιξη που έρχεται και τόσο αγαπώ. Το πιο σημαντικό είναι αυτό που λες, δεν υπάρχει καμιά διέξοδος, καμιά ανακούφιση, καμιά επαφή. Πόσο να αντέξει κανείς; Κι όμως, ξέρεις, τι παρατηρώ, Στέλλα; Πως όσοι προσέχουμε και είμαστε τυπικοί έχουμε μεν κουραστεί, αλλά κάπως βρίσκουμε τα ψυχικά αποθέματα και συνεχίζουμε. Αυτοί που γκρινιάζουν συνέχεια πως δεν αντέχουν άλλο την κλεισούρα είναι αυτοί που δεν προσέχουν, δεν δίνουν σημασία, δεν πολυνοιάζονται.

  2. ioanna tsala

    ευτυχώς βρισκόμαστε σε μία κοινωνία ανεπτυγμένα επιστημονικά ειδάλλως πολλά παραπάνω θύματα θα υπήρξαν
    με καμία ελπίδα
    δόξα να έχουν τα πανεπιστήμια και οι άνθρωποι που προσφέρουν την γνώση τους

  3. Σοφία

    Συμφωνώ απόλυτα, Ιωάννα! Χρωστάμε κυριολεκτικά τη ζωή μας στην επιστήμη κι όμως φτάσαμε στο σημείο κάποιοι να την αμφισβητούν…

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.