Μια χαρά είμασταν και παίζαμε το χαρτάκι μας. Εγώ έπρεπε και να μαγειρεύω φακές ταυτόχρονα για αύριο. Όσο λοιπόν μοίραζε κάποιος άλλος εγώ σηκωνόμουν να κόψω το κρεμμύδι, να βάλω το σκόρδο και το νερό και ό,τι άλλο χρειαζόταν. Έλα όμως που κάνοντας αυτά μου ήρθε να κάνω και τον νεροχύτη. Τα έβλεπα τα άπλυτα εκεί και κάτι με έπιασε. Λες και είμαι νοικοκυρά τις υπόλοιπες στιγμές και έπρεπε να είμαι και τώρα…
Φυσικά οι άλλοι (που ήταν πολύ υπομονετικοί για τις φακές μέχρι τότε), κάπου τσίνισαν με τα πέρα δώθε μου και μου είπαν πολυ ευγενικά και ήρεμα να το σταματήσω, γιατί χάλαγα την ατμόσφαιρα. Και τότε πείσμωσα. Σα γαϊδούρι, τσίτωσα τα δυό μου πόδια και είπα: “Κύριοι αν σας αρέσει. Δεν σας καθυστερώ, έχω και δουλειές να κάνω, αν δεν θέλετε, παρατάμε τη χαρτωσιά”. Και αυτοί την παρατήσαν.
Για λίγη ώρα σιγοέβραζα (γιατί δεν το περίμενα, νόμιζα πως θα περάσει το δικό μου, αλλά καλά μου κάνανε). Μετά το είδα ψύχραιμα το πράγμα, κατάλαβα τι είχε γίνει και ένιωσα πολύ χαζή. Ούτε 5 χρονών να ήμουν! Καλά μου κάνανε, μου χρειαζόταν. Μα να χαλάσω τη βραδιά για μια στοίβα πιάτα;
Ζήτησα συγγνώμη μετά και είπα πως δεν θα ξανασυμβεί. Ελπίζω το ξερό μου το κεφάλι να μη χαλάσει τις όμορφες βραδιές μας.
Εγώ η ξεροκέφαλη…
- Havoc in its third year
- Δυνατός χαρακτήρας